Google
×
ευφυής ; Κύριες μεταφράσεις ; Αγγλικά, Ελληνικά ; clever adj, (person: intelligent) (για άνθρωπο), έξυπνος επίθ ; ευφυής επίθ ; νοήμων επίθ.
intelligent {επιθ.} ευφυής (επίσης: έξυπνος, νοήμων). volume_up · apt {επιθ.} (quick to learn).
Οι intelligent, bright, clever είναι οι κορυφαίες μεταφράσεις του "ευφυής" σε Αγγλικά. Δείγμα μεταφρασμένης πρότασης: Δεν είναι ευφυής, δεν έχει κανένα ταλέντο ...
What does ευφυής (ef̱fyí̱s) mean in Greek? English Translation. ingenious. More meanings for ευφυής (ef̱fyí̱s). ingenious adjective. δαιμόνιος, έξυπνος ...
Missing: αγγλικα | Show results with:αγγλικα
"ευφυής" in English. English translations powered by Oxford Languages. ευφυής adjectiveintelligent. Translations. EL. ευφυής {adjective masculine/feminine}.
Missing: αγγλικα | Show results with:αγγλικα
ευφυής - Translation and Meaning in Almaany English-Greek Dictionary. bright. λαμπρός, ευφυής, λαμπερός. ingenious. έξυπνος, ευφυής, ευφευρετικός ...
Κύριες μεταφράσεις ; Ελληνικά, Αγγλικά ; ευφυΐα ουσ θηλ, (εξυπνάδα, οξύνοια), intelligence n ; brilliance n ; Τα τεστ ευφυΐας δεν είναι πάντα αξιόπιστα.
Το Intelligent είναι η μετάφραση του "Νοήμων, ευφυής" σε Αγγλικά. Δείγμα μεταφρασμένης πρότασης: «Δεν μπορώ να σου πω πολλά», είπα, και ήταν αρκετά ευφυής για ...
Βρείτε όλες τις μεταφράσεις του ευφυΐα στο Αγγλικά όπως intelligence και πολλές άλλες.
Many translated example sentences containing "Ευφυής έλεγχος" – English-Greek dictionary and search engine for English translations.
Missing: αγγλικα | Show results with:αγγλικα