WordReference English-Greek Dictionary © 2024:

Κύριες μεταφράσεις
ΕλληνικάΑγγλικά
σχεδιασμός design
  designing
  planning
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2024:

Κατάλληλες εγγραφές από την άλλη πλευρά του λεξικού
Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
design n (conception)σχεδιασμός ουσ αρσ
  σχεδίαση ουσ θηλ
 The car's poor performance was due to faulty design.
 Η κακή απόδοση του αυτοκινήτου οφείλεται στον κακό σχεδιασμό του.
 Η κακή απόδοση του αυτοκινήτου οφείλεται στην κακή σχεδίασή του.
format n (physical) (ξενικό)φορμάτ ουσ ουδ άκλ
  μακέτα ουσ θηλ
  σχεδιασμός ουσ αρσ
 As the graphic designer, Sarah had to design a custom format for the web and the print version of the magazine.
 Ως γραφίστρια, η Σάρα έπρεπε να σχεδιάσει μια μακέτα για την ψηφιακή και την έντυπη έκδοση του περιοδικού.
planning n (preparation)οργάνωση ουσ θηλ
  προγραμματισμός, σχεδιασμός ουσ αρσ
 This trip requires careful planning.
 Αυτό το ταξίδι απαιτεί προσεκτική οργάνωση.
setting out n (act of arranging or displaying)καθορισμός ουσ αρσ
  (προετοιμασία, πλάνο)σχεδιασμός, προγραμματισμός ουσ αρσ
  (παρουσίαση)έκθεση ουσ θηλ
designing n (art of making designs)σχεδιασμός ουσ αρσ
  σχεδίαση ουσ θηλ
drafting n (technical drawing)σχεδίαση ουσ θηλ
  σχεδιασμός ουσ αρσ
calculation n (sth measured or worked out)υπολογισμός ουσ αρσ
  σχεδιασμός ουσ αρσ
 Careful calculations were necessary to avoid seating unfriendly family members too close to each other.
design n (styling)σχεδιασμός ουσ αρσ
  σχέδιο ουσ ουδ
  ντιζάιν, design ουσ ουδ άκλ
 I like the design of this new mobile phone.
 Μου αρέσει ο σχεδιασμός αυτού του νέου κινητού τηλεφώνου.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
design n (practice of designing)σχεδιασμός ουσ αρσ
  σχεδίαση ουσ θηλ
  σχέδιο ουσ ουδ
 He works in design.
build n (style)στυλ ουσ ουδ άκλ
  σχεδιασμός ουσ αρσ
 I really like the build of that house - is it neo-Gothic?
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
CAD n acronym (Computer-Aided Design)CAD ουσ ουδ άκλ
  (σπάνιο)Υπολογιστικά Βοηθούμενος Σχεδιασμός περίφρ
  (κατά λέξη)σχεδιασμός με τη βοήθεια υπολογιστή περίφρ
 We designed the furniture using a CAD system.
 Σχεδιάσαμε την επίπλωση χρησιμοποιώντας το σύστημα CAD.
career plan n (outline of professional goals)επαγγελματικό πλάνο επίθ + ουσ ουδ
  σχεδιασμός σταδιοδρομίας περίφρ
computer-aided drafting n (use of 3D software in design)σχεδίαση με υπολογιστή, σχεδίαση με ηλεκτρονικό υπολογιστή, σχεδίαση με Η/Υ περίφρ
  σχεδιασμός υποβοηθούμενος από υπολογιστή περίφρ
  (συντομογραφία)CAD ουσ ουδ άκλ
fenestration n (architecture: window placement) (αρχιτεκτονική)διάταξη παραθύρων, σχεδιασμός παραθύρων
  παραθύρωση ουσ θηλ
financial planning n (finances management program)οικονομικός προγραμματισμός, οικονομικός σχεδιασμός επίθ + ουδ αρσ
financial planning n (business type)οικονομικός προγραμματισμός, οικονομικός σχεδιασμός επίθ + ουδ αρσ
forward planning n (business: making future provisions)προγραμματισμός ουσ αρσ
  σχεδιασμός για το μέλλον φρ ως ουσ αρσ
  εκ των προτέρων σχεδιασμός φρ ως ουσ αρσ
  πρόβλεψη για το μέλλον φρ ως ουσ θηλ
functionalism n (utilitarian design) (αρχιτεκτονική)σχεδιασμός κτιρίων σύμφωνα με τη λειτουργικότητα τους έκφρ
 It's a beautiful table, but I also appreciate its functionalism.
information design n (organization of data structures)σχεδιασμός πληροφορίας φρ ως ουσ αρσ
  information design ουσ ουδ άκλ
intelligent design n (belief: creationism)ευφυής σχεδιασμός επίθ + ουσ αρσ
 Intelligent design is a thinly veiled version of creationism put forth by those who don't accept the theory of evolution.
long-range planning n figurative (for distant future)μακροπρόθεσμος σχεδιασμός επίθ + ουσ αρσ
 Senior managers use long-range planning to further the company's mission.
reverse-engineer sth vtr (take apart and reproduce)αντίστροφος τεχνικός σχεδιασµός φρ ως ουσ αρσ
  ανάδρομη τεχνική έρευνα φρ ως ουσ θηλ
  αντίστροφη εξέλιξη επίθ + ουσ θηλ
  (με βάση κάποιο πρότυπο)αναπαραγωγή ουσ θηλ
rocket science n (science of rocket design)σχεδιασμός πυραύλων φρ ως ουσ αρσ
software design n (creation of computer programs) (Η/Υ)σχεδιασμός λογισμικού φρ ως ουσ θηλ
strategic planning n (tactical approach to achieving an aim)στρατηγικός σχεδιασμός επίθ + ουσ αρσ
succession planning n (planning for filling internal vacancies)σχεδιασμός διαδοχής, προγραμματισμός διαδοχής φρ ως ουσ αρσ
urban design n (layout of towns, city planning)πολεοδομικός σχεδιασμός φρ ως ουσ αρσ
urban planning (city planning)πολεοδομικός σχεδιασμός επίθ + ουσ αρσ
web design n (internet page: graphics, layout)σχεδιασμός ιστοσελίδων φρ ως ουσ αρσ
  (καθομιλουμένη)web design ουσ ουδ άκλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση σχεδιασμός στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «σχεδιασμός».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Πορτογαλικά | Ιταλικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Πολωνικά | Ρουμανικά | Τσέχικα | Τουρκικά | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!