WordReference English-Greek Dictionary © 2024:

Κύριες μεταφράσεις
ΕλληνικάΑγγλικά
σχέδιο design
  plan
  drawing
  sketch
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2024:

Κατάλληλες εγγραφές από την άλλη πλευρά του λεξικού
Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
plan n (scheme)σχέδιο, πρόγραμμα ουσ ουδ
 A five-year plan was formulated to revitalize the economy.
 Ένα πενταετές σχέδιο δημιουργήθηκε για να τονώσει την οικονομία.
pattern n (design on fabric, paper, etc.) (σε ύφασμα, χαρτί κλπ)σχέδιο ουσ ουδ
  μοτίβο ουσ ουδ
 Do you like the pattern on my shirt?
 Σου αρέσει το σχέδιο στο πουκάμισό μου;
drawing n (depiction, sketch)σχέδιο ουσ ουδ
  (πρόχειρο)σκίτσο ουσ ουδ
  (σχεδιάγραμμα)σκαρίφημα ουσ ουδ
 I like Picasso's drawings of bullfighters.
 Μ' αρέσουν τα σχέδια του Πικάσο με τους ταυρομάχους.
 Το σκίτσο του Μωάμεθ στη δανέζικη εφημερίδα προκάλεσε την οργή των Μουσουλμάνων.
 Μου έφτιαξε ένα σκαρίφημα για να βρω το σπίτι του ευκολότερα.
layout n (design, arrangement)πλάνο, σχέδιο ουσ ουδ
  (θέση στοιχείων)διαρρύθμιση, διάταξη ουσ θηλ
  (για κτίσμα)κάτοψη ουσ θηλ
 The architect drew the layout before construction began.
 There are different keyboard layouts in different countries.
 Ο αρχιτέκτονας σχεδίασε την κάτοψη πριν αρχίσει η κατασκευή.
blueprint n (architectural plan)σχέδιο ουσ ουδ
 Penelope designed the blueprints for this house.
 Η Πηνελόπη έκανε τα σχέδια για αυτό το σπίτι.
ploy n (plan, strategy)σχέδιο ουσ ουδ
  τέχνασμα, κόλπο ουσ ουδ
  (καθομιλουμένη)τερτίπι ουσ ουδ
 We're going to need some new ploy to attract customers back.
styling n (mode, design of sth)σχέδιο, στυλ ουσ ουδ
 The styling of the room suits my taste perfectly.
master plan n (large scale scheme or project) (ευρείας κλίμακας)σχέδιο ουσ ουδ
  master plan ουσ ουδ άκλ
 Tonight, the corporation will unveil its master plan to maximize third-quarter profit.
site plan n (architectural blueprint) (κτίριο, έργο κλπ)σχέδιο ουσ ουδ
markings npl (patterning on bird or animal) (επαναλαμβανόμενο)μοτίβο ουσ ουδ
  σχέδιο ουσ ουδ
 Each zebra has its own unique markings, like a fingerprint.
plan n (intention)πρόθεση ουσ θηλ
  (συχνά πληθυντικός)σχέδιο ουσ ουδ
  (καθομιλουμένη)πλάνο ουσ ουδ
 I have no plan to change jobs.
 Δεν έχω πρόθεση να αλλάξω δουλειά.
 Δεν είναι στα σχέδιά μου να αλλάξω δουλειά.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Άλλαξε το πλάνο και δεν θα πάμε στη θάλασσα σήμερα.
design n (pattern)σχέδιο ουσ ουδ
 I don't like the design on this wallpaper.
 Δεν μου αρέσει το σχέδιο αυτής της ταπετσαρίας.
drawing n (activity)ζωγραφική ουσ θηλ
  σχέδιο ουσ ουδ
 Drawing is one of my favourite activities.
 Το σχέδιο είναι μια από τις αγαπημένες μου ασχολίες.
scheme n (inventive or unrealistic plan)σχέδιο ουσ ουδ
  (καθομιλουμένη, αποδοκιμασίας)κομπίνα ουσ θηλ
 He is always thinking of a new scheme to become rich.
 Όλο καταστρώνει ένα καινούριο σχέδιο για να γίνει πλούσιος.
 Όλο καταστρώνει μια καινούρια κομπίνα για να γίνει πλούσιος.
blueprint n figurative (plan, design)σχέδιο ουσ ουδ
 Roger will create the blueprint for the department's sales plan.
 Ο Ρότζερ θα κάνει το σχέδιο για το πλάνο πωλήσεων του τμήματος.
cadre n formal (framework, outline)πλαίσιο ουσ ουδ
  πρόγραμμα ουσ ουδ
  σχέδιο ουσ ουδ
 The precise cadre of the government is kept secret from the outside world.
plan n (idea)σχέδιο ουσ ουδ
  ιδέα ουσ θηλ
 Do you have a plan for getting us out of this mess?
 Έχεις κάποιο σχέδιο για να μας ξεμπλέξεις;
 Έχεις καμία ιδέα για να μας ξεμπλέξεις;
pattern n (design)μοτίβο ουσ ουδ
  σχέδιο ουσ ουδ
 Model your design after this pattern.
 Φτιάξε το σχέδιό σου με βάση αυτό το μοτίβο.
design n (styling)σχεδιασμός ουσ αρσ
  σχέδιο ουσ ουδ
  ντιζάιν, design ουσ ουδ άκλ
 I like the design of this new mobile phone.
 Μου αρέσει ο σχεδιασμός αυτού του νέου κινητού τηλεφώνου.
plot n (secret plan)σχέδιο ουσ ουδ
 Their plot to surprise him for his birthday was ruined when he overheard them planning the party.
 Το σχέδιο που είχαν να του κάνουν έκπληξη για τα γενέθλιά του καταστράφηκε όταν τους κρυφάκουσε να μιλάνε για το πάρτι.
design n (sketch)σχέδιο ουσ ουδ
  (πρόχειρο)σκίτσο, σκαρίφημα ουσ ουδ
 She showed me her design for the company's logo.
 Μου έδειξε το σχέδιό της για το λογότυπο της εταιρείας.
plan n often plural (project)σχέδιο ουσ ουδ
  κανονίζω ρ μ
 Do you have any plans for this weekend?
 Έχεις σχέδια για το σαββατοκύριακο;
 Έχεις κανονίσει τίποτα για το σαββατοκύριακο;
design n (outline, blueprint)σχέδιο ουσ ουδ
 This is the basic design for the new park.
 Αυτό είναι το βασικό σχέδιο για το νέο πάρκο.
plans npl (design)σχέδιο ουσ ουδ
 Have you seen the architect's plans for the new library?
 Έχεις δει το σχέδιο του αρχιτέκτονα για την καινούρια βιβλιοθήκη;
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
design n (practice of designing)σχεδιασμός ουσ αρσ
  σχεδίαση ουσ θηλ
  σχέδιο ουσ ουδ
 He works in design.
schedule n (plan)σχέδιο ουσ ουδ
  πρόγραμμα, πλάνο ουσ ουδ
  (χρονικός προγραμματισμός)χρονοδιάγραμμα ουσ ουδ
 Everything is going according to schedule.
figure n (drawing, sculpture) (σε χαρτί)σχέδιο ουσ ουδ
  (από πηλό, ξύλο κλπ)άγαλμα ουσ ουδ
 The figure of a dog he made in art class was very impressive.
Figure n (Fig.: image, graph in a text)σχήμα ουσ ουδ
  (σπανιότερα)σχέδιο ουσ ουδ
  εικόνα ουσ θηλ
  διάγραμμα ουσ ουδ
 For more clarification on this point, please see Figure One on the next page.
pattern n (flight path) (πτήσης)σχέδιο ουσ ουδ
 The airport changed its flight patterns to decrease the noise level over the town.
plot n (floor plan)σχέδιο ουσ ουδ
  (επίσημο: οριζόντια τομή)κάτοψη ουσ θηλ
 We will need a plot of the building to calculate the useful area.
 Θα χρειαστούμε κάτοψη του κτηρίου, για να υπολογίσουμε την ωφέλιμη επιφάνεια.
survey n (map)τοπογραφική μελέτη επίθ + ουσ θηλ
  (πιο απλά)σχέδιο ουσ ουδ
  χάρτης ουσ αρσ
 The survey even shows where the trees are in the area.
scheme n (design)σχέδιο ουσ ουδ
 The use of dark colours is all part of the scheme for this room.
scheme n UK (government program)πρόγραμμα ουσ ουδ
  σύστημα ουσ ουδ
  σχέδιο ουσ ουδ
 Officials have announced the new pension scheme.
scheme n (diagram or map) (σαν χάρτης)σχέδιο ουσ ουδ
  (αναφορά δεδομένων)γράφημα ουσ ουδ
 The scheme for the development shows both houses and clear land.
device n (emblematic design)σχέδιο ουσ ουδ
 The gold ring was inscribed with a masonic device.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
abstraction n (abstract image, idea) (σχέδιο)αφηρημένο σχέδιο επίθ + ουσ ουδ
  (για τέχνη)αφηρημένη τέχνη επίθ + ουσ θηλ
  (ιδέα, έννοια)αφηρημένη έννοια επίθ + ουσ θηλ
charcoal n (drawing made with charcoal)σχέδιο σε κάρβουνο, έργο σε κάρβουνο περίφρ
 The exhibit of charcoals will open next month.
 Η έκθεση με τα σχέδια σε κάρβουνο θα ανοίξει τον επόμενο μήνα.
checkerboard,
UK: chequerboard
n
US (pattern of black and white squares)σχέδιο σκακιέρας φρ ως ουσ ουδ
checkerboard,
UK: chequerboard
n as adj
US (in a pattern of alternating squares)με σχέδιο σκακιέρας περίφρ
cutaway n (drawing, model: shows interior)σχέδιο στο οποίο έχει αφαιρεθεί τμήμα του εξωτερικού τμήματος για να αποκαλυφθεί το εσωτερικό
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος.
cutout,
also UK: cut-out
n
(shape cut from sth)κτ κομμένα από χαρτί περίφρ
  κομμένο σχέδιο μτχ πρκ + ουσ ουδ
  πατρόν ουσ ουδ άκλ
Σχόλιο: The single-word form is used when the term is or modifies an adjective.
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία.
 The classroom was decorated with cutouts of apples and pencils.
 A cut-out of a Christmas tree was hanging in the window.
 Η τάξη ήταν διακοσμημένη με μήλα και μολύβια κομμένα από χαρτί.
pattern vtr (decorate with a pattern)διακοσμώ ρ μ
  (κατά λέξη)διακοσμώ με σχέδιο περίφρ
 I am going to pattern my new table with a stencil.
pattern vi (make a pattern)φτιάχνω σχέδιο περίφρ
  (ραπτική)φτιάχνω πατρόν περίφρ
 I do the sewing and she patterns.
patterned adj (having a motif)με σχέδιο, με μοτίβο περίφρ
 The colorful, patterned scarf matched any jacket.
 Το πολύχρωμο φουλάρι με τα σχέδια ταίριαζε με οποιοδήποτε σακάκι.
plan sth vtr (draw)σχεδιάζω ρ μ
  κάνω σχέδιο περίφρ
 I'll plan the whole area before we start building.
 Θα σχεδιάσω όλο το χώρο πριν αρχίσουμε να χτίζουμε.
 Θα κάνω το σχέδιο όλου του χώρου πριν αρχίσουμε να χτίσουμε.
plat n US (legal: plot of land)τοπογραφικό σχέδιο έκφρ
  τοπογραφικό επίθ ως ουσ ουδ
 Any type of construction is prohibited on this plat.
plat sth vtr US (legal: make map of)βγάζω τοπογραφικό σχέδιο περίφρ
 The solicitors platted the area.
project n (plan, scheme) (καθομιλουμένη)πρότζεκτ ουσ ουδ άκλ
  ερευνητικό σχέδιο επίθ + ουσ ουδ
  εργασία, μελέτη ουσ θηλ
  (κάτι που προσπαθώ)εγχείρημα ουσ ουδ
 I have a few projects that I am working on in the office.
 Έχω μερικά πρότζεκτ πάνω στα οποία δουλεύω στο γραφείο.
redesign n (change in design) (διαδικασία)επανασχεδιασμός ουσ αρσ
  (σχέδιο)νέο σχέδιο επίθ + ουσ ουδ
 The redesign of the product generated higher profits.
sketch n (quick drawing)σκίτσο ουσ ουδ
  πρόχειρο σχέδιο επίθ + ουσ ουδ
  (όχι τελικό)προσχέδιο ουσ ουδ
 Trevor's sketch showed the piece of furniture he planned to make.
 Το σκίτσο του Τρέβορ έδειχνε το έπιπλο που σχεδίαζε να φτιάξει.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση σχέδιο στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «σχέδιο».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Πορτογαλικά | Ιταλικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Πολωνικά | Ρουμανικά | Τσέχικα | Τουρκικά | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!