WordReference English-Greek Dictionary © 2024:

Κύριες μεταφράσεις
ΕλληνικάΑγγλικά
συσκευασία package
  packaging
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2024:

Κατάλληλες εγγραφές από την άλλη πλευρά του λεξικού
Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
packaging n (shipping: inside box)συσκευασία ουσ θηλ
 When you buy something on the internet, it's important that the company uses good packaging.
 Όταν αγοράζεις κάτι στο διαδίκτυο, είναι σημαντικό η εταιρεία να χρησιμοποιεί καλή συσκευασία.
wrapper n (on candy, food)περιτύλιγμα ουσ ουδ
  συσκευασία ουσ θηλ
  (καθομ: χάρτινο)χαρτί ουσ ουδ
 Glenn tore the wrapper off the chocolate bar.
packet n UK (pack, carton)πακέτο ουσ ουδ
  σακούλα ουσ θηλ
  (πιο γενικά)συσκευασία ουσ θηλ
Σχόλιο: Η επιλογή γίνεται ανάλογα με το προϊόν στο οποίο αναφερόμαστε.
 I'd like a packet of crisps and a packet of chocolate biscuits, please.
bagging n (packing sth in bags) (διαδικασία)συσκευασία ουσ θηλ
  τοποθέτηση σε σακούλες περίφρ
package n (combination of items sold together)πακέτο ουσ ουδ
  συσκευασία ουσ θηλ
 Some people prefer to buy them as a package instead of each separately.
 Ορισμένοι προτιμούν να τα αγοράζουν σε πακέτο αντί για ένα - ένα ξεχωριστά
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Ορισμένοι προτιμούν να τα αγοράζουν σε συσκευασία των πέντε, αντί για ένα-ένα ξεχωριστά.
packaging n (of a product)συσκευασία ουσ θηλ
 This product's packaging is designed to appeal to small children.
 Η συσκευασία αυτού του προϊόντος είναι σχεδιασμένη να αρέσει στα μικρά παιδιά.
packing n (preparation for shipping)συσκευασία ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)πακετάρισμα ουσ ουδ
 The goods are collected from the warehouse, then brought to this room for packing, before being shipped.
 Τα προϊόντα συγκεντρώνονται από την αποθήκη, και μετά τα φέρνουμε σε αυτό το δωμάτιο για πακετάρισμα πριν την αποστολή.
carton n (box: of eggs)συσκευασία ουσ θηλ
  (για 30 αυγά)παλέτα ουσ θηλ
  καρτέλα ουσ θηλ
 One carton of eggs and a bottle of milk were on the counter.
 Μια καρτέλα αυγών και ένα μπουκάλι γάλα ήταν στον πάγκο.
packaging n (putting in box)συσκευασία ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)πακετάρισμα ουσ ουδ
 Businesses that sell goods over the internet generally have employees to deal with packaging.
 Οι εταιρείες που πωλούν προϊόντα μέσω του διαδικτύου έχουν γενικά υπαλλήλους που ασχολούνται με τη συσκευασία.
packing n (box and contents)συσκευασία ουσ θηλ
 Packing must be strong enough to withstand transportation.
 Η συσκευασία πρέπει να είναι αρκετά ανθεκτική για να αντέχει τη μεταφορά.
ctn,
ctn.,
plural: ctns.
n
written, abbreviation (carton: box of eggs)καρτέλα ουσ θηλ
  συσκευασία ουσ θηλ
pack n (bundle, package)συσκευασία ουσ θηλ
  πακέτο ουσ ουδ
 The beer comes in packs of six.
 Η μπύρα πωλείται σε συσκευασίες των έξι.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
paper n uncountable (wrapper)χαρτί ουσ ουδ
  περιτύλιγμα ουσ ουδ
  συσκευασία ουσ θηλ
 Don't forget to remove the paper first before you eat the chocolate.
wrapper n (sth wrapped around)περιτύλιγμα ουσ ουδ
  συσκευασία ουσ θηλ
 The magazine was inside a wrapper.
packaging n (presentation)συσκευασία ουσ θηλ
  περιτύλιγμα ουσ ουδ
 Attractive packaging adds the finishing touch to your gift.
packing n (charge for packaging)συσκευασία ουσ θηλ
  (κατά λέξη)κόστος συσκευασίας φρ ως ουσ ουδ
 The price does not include packing and delivery.
bucket n AU, NZ (container for ice cream)κύπελλο ουσ ουδ
  συσκευασία ουσ θηλ
 I bought a bucket of vanilla ice cream for us all to share.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
baker's dozen n (food: thirteen)δεκατρία επίθ
  συσκευασία των δεκατριών περίφρ
 The bakery sells its fresh doughnuts by the baker's dozen.
blister pack n (tablets: push-through packet)συσκευασία μπλίστερ, συσκευασία blister φρ ως ουσ θηλ
blister packaging n (plastic bubble wrap)συσκευασία blister, συσκευασία μπλίστερ φρ ως ουσ θηλ
  συσκευασία με κυψέλες φρ ως ουσ θηλ
egg carton n (box in which eggs are sold)χάρτινη συσκευασία αυγών φρ ως ουσ θηλ
 I recyle my egg cartons by planting seeds in the compartments.
family-size n as adj (food: enough for several people)οικονομική συσκευασία επίθ + ουσ θηλ
  οικογενειακό μέγεθος επίθ + ουσ ουδ
family-sized,
family-size
adj
(food: enough for several people)σε οικονομική συσκευασία έκφρ
  οικογενειακού μεγέθους φρ ως επίθ
  μεγάλου μεγέθους φρ ως επίθ
  μεγάλος επίθ
food packet n (packaging around a food product)συσκευασία τροφίμων περίφρ
gift box n (decorative packaging)κουτί δώρου περίφρ
  (γενικά)συσκευασία δώρου περίφρ
gift wrap sth,
gift-wrap sth
vtr
(wrap in decorative paper)τυλίγω σε συσκευασία δώρου ρ μ
 It's a present - could you gift-wrap it for me please?
grab bag n (snack food: large packet to share)μεγάλη σακούλα επίθ + ουσ θηλ
  οικογενειακή συσκευασία φρ ως ουσ θηλ
 Crisps only seem to come in huge grab bags these days; you can't buy a small packet anymore.
mailer n (envelope, etc., for posting sth)φάκελος ουσ αρσ
  (μεγαλύτερο περιεχόμενο)πακέτο, δέμα ουσ ουδ
  (γενικά)συσκευασία αποστολής περίφρ
meatpacking,
meat packing
n
(packaging of meat products)συσκευασία κρέατος
post and packaging n (delivery costs)αποστολή και συσκευασία φρ ως ουσ θηλ πλ
 The price includes post and packing.
quart-size bag,
quart-sized bag
n
US (bag: holds a US quarter-gallon)συσκευασία ενός λίτρου φρ ως ουσ θηλ
  σακουλάκι ενός λίτρου φρ ως ουσ ουδ
Σχόλιο: Η μετάφραση παρέχεται κατ' αντιστοιχία. Η ακριβής μετάφραση αφορά σε συσκευασία 946ml (1/4 γαλονιού).
 I'll need a quart-size bag to store the frozen fruit.
trade dress n (business: product's appearance)συσκευασία προϊόντος, εμφάνιση προϊόντος φρ ως ουσ θηλ
 A product's trade dress is important because it attracts consumers.
tub of butter n (butter sold in a plastic pot)βούτυρο ουσ ουδ
  (κατά λέξη)βούτυρο σε πλαστική συσκευασία περίφρ
tube n (cyclindrical container: toothpaste, etc.)συσκευασία όμοια με αυτή της οδοντόκρεμας
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος.
 Debra squeezed the last bit of toothpaste from the tube.
unpack sth vtr (remove from a container)αποσυσκευάζω ρ μ
  βγάζω από τη συσκευασία περίφρ
 We unpacked the parts and found that some were missing.
wrapped,
gift-wrapped,
gift wrapped
adj
(present: gift-wrapped)τυλιγμένος μτχ πρκ
  σε συσκευασία δώρου περίφρ
 The wrapped gifts were under the Christmas tree.
wrapped-up adj (package, etc.: in wrapping)τυλιγμένος μτχ πρκ
  (για δώρο)σε συσκευασία δώρου περίφρ
 There are dozens of wrapped-up parcels under the Christmas tree.
 Υπάρχουν δεκάδες τυλιγμένα δέματα κάτω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση συσκευασία στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «συσκευασία».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Πορτογαλικά | Ιταλικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Πολωνικά | Ρουμανικά | Τσέχικα | Τουρκικά | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!