WordReference English-Greek Dictionary © 2024:

Κύριες μεταφράσεις
ΕλληνικάΑγγλικά
προώθηση propulsion
  move forward
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2024:

Κατάλληλες εγγραφές από την άλλη πλευρά του λεξικού
Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
fwd expr abbreviation (forward) (ηλεκτρονικό ταχυδρομείο)προώθηση ουσ θηλ
forwarding n (resending)προώθηση ουσ θηλ
 Tim set up forwarding on his secondary email account.
hype n (promotion)διαφήμιση, προώθηση ουσ θηλ
  (που δίνεται σε κτ)δημοσιότητα ουσ θηλ
 The new product didn't live up to the hype.
 Το νέο προϊόν δεν ανταποκρίθηκε στη δημοσιότητα.
advocacy n (promotion)υποστήριξη, υπεράσπιση, προάσπιση ουσ θηλ
  προώθηση ουσ θηλ
 The supermodel was criticized for her advocacy of animal rights.
 Το σούπερ μοντέλο επικρίθηκε για την υποστήριξή των δικαιωμάτων των ζώων.
furtherance n (advancement)προώθηση, προαγωγή ουσ θηλ
propulsion n (force that propels)προώθηση ουσ θηλ
  (επίσημο, επιστημονικά)πρόωση ουσ θηλ
redirection n (forwarding mail)προώθηση ουσ θηλ
endorsement,
also US: indorsement
n
(of product)διαφήμιση ουσ θηλ
  προώθηση ουσ θηλ
  προμοτάρισμα ουσ ουδ
 The celebrity's endorsement of the product increased sales.
 Η διαφήμιση του προϊόντος από τον διάσημο αύξησε τις πωλήσεις.
promotion n (advertising)προώθηση, διαφήμιση ουσ θηλ
 Car manufacturers spend a lot of money on promotion to persuade people to buy their cars.
 Οι κατασκευαστές αυτοκινήτων ξοδεύουν πολλά χρήματα στη διαφήμιση για να πείσουν τον κόσμο να αγοράσει τα αυτοκίνητά τους.
promo n abbr, informal (promotion)προώθηση, προβολή ουσ θηλ
  διαφήμιση ουσ θηλ
fostering n (promoting)προώθηση, ενθάρρυνση ουσ θηλ
 The minister is responsible for the fostering of good relations between the two countries.
marketing n (of a product)μάρκετινγκ ουσ ουδ άκλ
  προώθηση ουσ θηλ
  (σπάνιο)αγοραλόγηση ουσ θηλ
 The product was good, but the marketing was so bad that the company didn't sell anything.
 Το προϊόν ήταν καλό, αλλά το μάρκετινγκ ήταν τόσο κακό που η εταιρεία δεν πούλησε τίποτα.
precipitation n (prompting, hastening of sth)επίσπευση ουσ θηλ
  προώθηση ουσ θηλ
 The precipitation of the ban on indoor smoking was appreciated among non-smokers.
promotion n (active support of a cause)προώθηση ουσ θηλ
  υποστήριξη ουσ θηλ
 Dan is very active in the promotion of workers' rights.
 Ο Νταν δραστηριοποιείται έντονα στην προώθηση των εργατικών δικαιωμάτων.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
plug n slang (promotion, advertising)διαφήμιση, προώθηση ουσ θηλ
  προμοτάρισμα ουσ ουδ
  (στο λόγο, συνηθέστερα)διαφημίζω, προμοτάρω ρ μ
 The actor appeared on the talk show so that she could put in a plug for her latest film.
fosterage n (support or encouragement)υποστήριξη, προώθηση ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
book launch n (publication event)λανσάρισμα βιβλίου φρ ως ουσ ουδ
  προώθηση βιβλίου φρ ως ουσ θηλ
Hispanism n (Spanish culture promotion)προώθηση του ισπανικού πολιτισμού περίφρ
marketing budget n (money allocated to promoting sth)προϋπολογισμός για μάρκετινγκ περίφρ
  προϋπολογισμός για προώθηση περίφρ
  προυπολογισμός διαφήμισης περίφρ
merchandising n (marketing, sales promotion)προώθηση προϊόντων, τεχνική πωλήσεων
 We've got £250,000 to spend on merchandising and promotion.
 Λάβαμε 250.000 λίρες για να τις ξοδέψουμε σε προώθηση προϊόντων και διαφήμιση.
product endorsement,
also US: product indorsement
n
(support or approval of certain goods)προώθηση προϊόντος φρ ως ουσ θηλ
 Many winning athletes make money from product endorsements.
sales promotion n (special marketing of a product) (αυτό που γίνεται)προσφορά ουσ θηλ
  (ο σκοπός για τον οποίο γίνεται)προώθηση πωλήσεων φρ ως ουσ θηλ
 In its latest sales promotion, the store discounted all sports equipment by 25%
soft sell n (gentle persuasion to buy sth)πώληση/προώθηση προϊόντος διακριτικά/χωρίς επιμονή έκφρ
 The salesman tried the soft sell approach on me, but it didn't work: I just wasn't interested.
tourist promotion n (marketing, ads, etc.)τουριστική προβολή επίθ + ουσ θηλ
  προώθηση του τουρισμού περίφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση προώθηση στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «προώθηση».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Πορτογαλικά | Ιταλικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Πολωνικά | Ρουμανικά | Τσέχικα | Τουρκικά | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!