WordReference English-Greek Dictionary © 2024:

Κύριες μεταφράσεις
ΕλληνικάΑγγλικά
οικισμός settlement
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2024:

Κατάλληλες εγγραφές από την άλλη πλευρά του λεξικού
Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
housing development n (housing estate, residential area)οικισμός ουσ αρσ
 The new housing development has easy access to the highway.
 Ο νέος οικισμός έχει εύκολη πρόσβαση στον αυτοκινητόδρομο.
settlement n (village)οικισμός ουσ αρσ
  (συνήθως για προσωρινή χρήση)καταυλισμός ουσ αρσ
 Smith established a colonial settlement at Jamestown.
 Ο Σμιθ ίδρυσε ένα οικισμό εποίκων στο Τζέιμσταουν.
plantation n US (settlement)οικισμός ουσ αρσ
 His ancestors included settlers at Plymouth plantation.
 Στους προγόνους του συγκαταλέγονταν άποικοι στον οικισμό Πλίμουθ.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
trailer park,
trailer camp (US),
caravan site (UK)
n
(mobile home site)οικισμός με τροχόσπιτα περίφρ
 Due to the light weight of trailers, tornadoes often cause the most damage in trailer parks.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση οικισμός στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «οικισμός».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Πορτογαλικά | Ιταλικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Πολωνικά | Ρουμανικά | Τσέχικα | Τουρκικά | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!