Κατάλληλες εγγραφές από την άλλη πλευρά του λεξικού
WordReference English-Greek Dictionary © 2024:
Κύριες μεταφράσεις |
maisonette n | UK (small two-storey house) | μεζονέτα ουσ θηλ |
duplex apartment n | (one of two adjoining apartments) (διαμέρισμα) | διπλοκατοικία, μεζονέτα ουσ θηλ |
| (δύο ορόφων) | διώροφο διαμέρισμα ουσ ουδ |
| Sometimes I hear my neighbor's music in my duplex apartment. |
Κατάλληλες εγγραφές από την άλλη πλευρά του λεξικού
WordReference English-Greek Dictionary © 2024:
Κύριες μεταφράσεις |
maisonette n | UK (small two-storey house) | μεζονέτα ουσ θηλ |
duplex apartment n | (one of two adjoining apartments) (διαμέρισμα) | διπλοκατοικία, μεζονέτα ουσ θηλ |
| (δύο ορόφων) | διώροφο διαμέρισμα ουσ ουδ |
| Sometimes I hear my neighbor's music in my duplex apartment. |