Examples from the LingQ library
-
my face. Είναι λίγο γελοίο. It's a bit
-
και θα το 'βρίσκε γελοίο, παρ' όλο που τον
-
είναι πολύ ασήμαντο και γελοίο, ένα κάποιο πράγμα που
-
ντροπαλή φωνή. Δεν είναι γελοίο αυτό, δεν είναι γελοίο
-
Καθόλου δεν είναι γελοίο, μα και γελοίο να
-
καθόλου, το βρίσκω μάλιστα γελοίο να σε κατηγορήσω... απεναντίας
-
απεναντίας να μην είναι γελοίο; Μα ακριβώς γιατί βρέθηκε
-
το γράμμα δεν είναι γελοίο μα μοιραίο. Δόξα τω
-
δείχνει προσποίηση, ένα πράμα γελοίο και αφύσικο... Για να
-
δε σας φαινότανε πια γελοίο, αλλά καταθλιπτικό. Το κίνημα
-
σας φάνηκε στ' αλήθεια γελοίο, έστω και μια μόνο