Πολλοί μας ρωτάνε: φυσικοθεραπεία ή φυσιοθεραπεία; Είναι το ίδιο;
Ποιο είναι τελικά το ορθό; Και πρόκειται τελικά για το ίδιο πράγμα ή είναι κάτι διαφορετικό;
Σύμφωνα λοιπόν με το λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας του Μπαμπινιώτη:
« Φυσικοθεραπεία ( ή φυσιοθεραπεία) είναι η θεραπεία ασθενειών με την αξιοποίηση φυσικών στοιχείων και μέσων, ( π.χ. θερμότητα) με τη βοήθεια ειδικών μηχανημάτων, καθώς και την εφαρμογή ασκήσεων και μαλάξεων
Ο σωστός τύπος είναι φυσικοθεραπεία, αφού συντίθεται από τις λέξεις φυσικός και θεραπεία. Ο εσφαλμένος τύπος φυσιοθεραπεία, ο οποίος θα σήμαινε ‘θεραπεία της φύσεως’, προφανώς σχηματίστηκε ως παράφραση ξένων όρων (π.χ. γαλλ. Physiotherapie)»
Παρακάτω το ίδιο λεξικό μας αναφέρει ότι:
«Φυσικοθεραπευτής ( ή παλαιότερα φυσιοθεραπευτής) και φυσικοθεραπεύτρια ( ή παλαιότερα φυσιοθεραπεύτρια) είναι ο/η επιστήμονας που έχει ειδικευτεί στη φυσικοθεραπεία»
Συνεπώς ο σωστός ορισμός του επιστήμονα που ασχολείται με τη θεραπεία ασθενειών, αξιοποιώντας φυσικά μέσα είναι φυσικοθεραπευτής και κατά την παλαιότερη (μη ορθή χρήση του όρου) φυσιοθεραπευτής.
Θα λέγαμε κι εμείς ότι ο πιο δόκιμος όρος για την περιγραφή της πράξης είναι η φυσικοθεραπεία και όχι η φυσιοθεραπεία. Συχνά στον προφορικό λόγο αναφέρουμε: «Kάνω φυσικοθεραπεία για το αυχενικό μου σύνδρομο», καθώς και περιγράφοντας καθεμιά από τις επισκέψεις σε φυσικοθεραπευτή λέμε: «Ο γιατρός μου έγραψε δέκα φυσικοθεραπείες»
Πηγή: Λεξικό της Νέας Ελληνικής γλώσσας 2005, Β΄ έκδοση