Δευτέρα, 04 Σεπτεμβρίου 2023 20:22

Η Καταβόθρα της Νεολιθικής εποχής

Του Γιάννη Α. Μπίρη

Τα πρώτα έξι χρόνια της ζωής μου τα πέρασα στη Χώρα. Εκεί στον Άγιο Κωνσταντίνο. Ανάμεσα σ’ αυτά που έμειναν στη μνήμη ήταν και η αναφορά του παππού μου αλλά και πολλών  άλλων μεγαλύτερων για τη γειτονική Καταβόθρα και τα αλώνια της. Στα παιδικά μάτια αυτή, ηυπόγεια είσοδος μιας σπηλιάς κοντά στο σπίτι, έφερνε φόβο αλλά και περιέργεια. Ο παππούς είχε γεννηθεί το 1879. Στην παιδική του ηλικία, μαζί με άλλα παιδιά,  είχαν μπεί στην Καταβόθρα. Με λυχνάρια για φως, είχαν φτάσει στο τέταρτο ή πέμπτο αλώνι της.

Στα μάτια μας το εγχείρημα έμοιαζε υπερφυσικό. Εμείς τα παιδάκια της αρχής της δεκαετίας του 1960 φτάσαμε παίζοντας, δειλά-δειλά μόλις στην είσοδο του σπηλαίου, στο πρώτο αλώνι της Καταβόθρας. Φυσικά, δεν τολμήσαμε να προχωρήσουμε μέσα στα σκοτάδια αυτού του μυστήριου σπηλαίου. Αργότερα μάθαμε ότι η σπηλιά «έβγαινε» στη Μεγάλη βρύση, αρκετά μακρυά από την είσοδο της. Από τον γεωλογικό ορισμό της, μια καταβόθρα είναι υπόγειος φυσικός αγωγός στον οποίο διοχετεύονται νερά που αναβλύζουν σε άλλο κατωφερέστερο σημείο της περιοχής.

Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 1955 είχε γίνει από τον Σπύρο Μαρινάτο ανασκαφική έρευνα στην Καταβόθρα. Το υπόγειο σπήλαιο περιγράφεται ως μεγάλου μήκους, με αλλεπάλληλους ακανόνιστους κυκλικούς θαλάμους, διαμέτρου έως και 10 μέτρων, τα «αλώνια».Η ανασκαφή ξανάφερε στο φως κεραμική των νεότερωνΝεολιθικών χρόνων, δηλαδή από το 5300 π.Χ. μέχρι το 4500 π.Χ. Ο Μαρινάτος περιγράφει:

«Η πρώτη ολιγοήμερος φάσις των ανασκαφών ημών έσχεν ως αντικειμενικόν σκοπόν την προκαταρκτικήν έρευναν μιάς σπηλαιώδους καταβόθρας, κειμένης εντός της κωμοπόλεως Χώρας. Επειδή ο πέριξ χώρος ήτο πυκνώς κατοικημένος κατά την Μυκηναϊκήν εποχήν και επειδή είναι δυνατόν η Παλαίπυλος νά συνεκέντρωνε περί εαυτήν τους Μυκηναϊκούς μύθους, μεταφερθέντας είτα εις την παραλιωτέραν Πύλον του Νηλέως, θά ήτο δυνατόν τό σπήλαιον τούτο νά είναι το του μύθου, ένθα ο Ερμής απέκρυψε τάς βόας του Απόλλωνος. Το σπήλαιον του Κορυφασίου είναι απλή ευρεία κοιλότης, ένθα ουδέ ασπάλακες θα ηδύναντο να κρυβώσιν αποτελεσματικώς, και μάλιστα όταν ο διώκτης ήτο ο Απόλλων».

Και αφού η προσπάθεια για την εξερεύνηση του σπηλαίου τότε δεν απέδωσε, λόγω της υγρασίας και της λάσπης των επιχώσεων, ο Μαρινάτος συνεχίζει:

«Είς τα ανώτερα στρώματα της επιχώσεως ταύτης εύρομεν Ελληνιστικήν κεραμεικήν, ήτις όμως είναι πιθανόν ότι εισέδυσε μετά του χώματος του παρασυρομένου υπό των βροχών. Είς τά βαθύτατα όμως στρώματα, αριστερά τω εισερχομένω, ένθα τα ξηρότερα χώματα επέτρεψαν νά φθάσωμεν μέχρι του πυθμένος, ευρέθησαν δεκάδες τινές οστράκων, άτινα ασφαλώς είναι προϊστορικά…

….Τα όστρακα είναι χειροποιήτου καπνιστής κεραμεικής. Τα τοιχώματα είναι μελανά ή μελανά έσωθεν και υπέρυθρα έξωθεν, εύθραυστα και πηλού ακαθάρτου. Τινά έχουσι μαστοειδείς αποφύσεις, δύο δε τεμάχια, πηλού ερυθρού, φαίνονται ως πλαστικαί διακοσμήσεις…

….Οι υπόγειοι κευθμώνες (κρύπτες), κατά τους εντοπίους πάντοτε, απέδωκαν προ ετών και τεμάχια χαλκού, ων ήτο λεπίς ξίφους ή μαχαίρας».

Η είσοδος της Καταβόθρας, σχεδόν καταχωμένη σήμερα, βρίσκεται μέσα στη Χώρα, στην οδό Αριστομένη Κοκκέβη. Τα ευρήματα του 1955 είναι ιδιαίτερα σημαντικά αφού αποτελούν την αρχαιότερη ομάδα κεραμικής της νεότερης Νεολιθικής εποχής στη νοτιοδυτική Πελοπόννησο. Η διερεύνηση και η προσεκτική ανασκαφή της Καταβόθρας στη Χώρα είναι αναγκαία αφού η ανάδειξή της θα μπορούσε να συμβάλει στην ανάπτυξη της περιοχής. Η συμβολή των σπηλαιολόγων θεωρείται απαραίτητη.