×
Ουσιαστικό επεξεργασία. συνοδεία θηλυκό. η ενέργεια το ρήματος συνοδεύω, η κίνηση ενός ή περισσότερων ατόμων, οχημάτων, σκαφών κ.λπ., που ακολουθούν, ...
συνοδία < ελληνιστική κοινή συνοδία. Ουσιαστικό επεξεργασία. συνοδία θηλυκό. άλλη γραφή του συνοδεία. Μεταφράσεις επεξεργασία. συνοδία. → δείτε τη λέξη ...
What does συνοδεία (synodeía) mean in Greek? English Translation. escort. More meanings for συνοδεία (synodeía). escort noun. συνοδός, καβαλιέρος · convoy noun ...
Έφθασε με τη συνηθισμένη συνοδεία της από κόλακες και παρατρεχάμενους. entourage n, (retinue, attendants), ακολουθία, κουστωδία, συνοδεία ουσ θηλ. συνοδός ουσ ...
company of travelers, caravan - pr. a journeying together; meton. a company of fellow travellers, caravan, Lk. 2:44*
συνοδεία η [sinoδía] Ο25 : 1.η ενέργεια του συνοδεύω1: Tα μικρά παιδιά / οι ανάπηροι χρειάζονται ~ όταν βγαίνουν έξω. Δε χρειάζομαι ~ / τη ~σου, ...
συνοδία: καὶ συνοδεία, ἡ, τὸ συνοδεύειν, συνοδοιπορεῖν, συνοδοιπορία, Κικ. πρὸς Ἀττ. 10. 7, 2, Πλούτ. 2. 48Α, ἔνθα ἴδε τὸν Wyttenb.· καθόλου, «συντροφ~ιά ...
πάει μαζί με τη συνοδεία του Θίνγκολ στο Ντόριαθ · ερμήνευσαν άριες υπό τη συνοδεία της ορχήστρας μας. accompanied · τον Πειραιά. Ταξιδεύω με συνοδεία αέρος, ...
Μετάφραση του όρου 'συνοδεία' στο δωρεάν αγγλικό λεξικό και πολλές ακόμα αγγλικές μεταφράσεις.
Many translated example sentences containing "συνοδεία" – English-Greek dictionary and search engine for English translations.