×
ποιητής - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Noun edit · poet · (in ecclesiastic texts as in the Credo of the Nicene Creed) maker: see the ancient ποιητής (poiētḗs). Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα, ...
Μεταθανάτια απεικόνιση του Σλοβάκου ποιητή Γιάνκο Κραλ (1822 - 1876) - μια εξιδανικευμένη ρομαντική εικόνα του "πώς πρέπει να φαίνεται ένας πραγματικός ποιητής" ...
doer, keeper, obeyer; poet - a maker; the maker, or author of a song or poem, a poet, Acts 17:28; a doer; a performer of the enactments of a law, Rom. 2:13.
ποιητής (poiētēs) — 3 Occurrences. James 1:23 N-NMS · GRK: καὶ οὐ ποιητής οὗτος ἔοικεν. NAS: of the word and not a doer, he is like
Μετάφραση του όρου 'ποιητής' στο δωρεάν αγγλικό λεξικό και πολλές ακόμα αγγλικές μεταφράσεις.
Κύριες μεταφράσεις. Αγγλικά, Ελληνικά. poet n, (writer of poetry), ποιητής, ποιήτρια ουσ αρσ. Several poets read from their works at the workshop.
11 Ιαν 2012 · «Κάθε ποιητής έχει να ολοκληρώσει μια αποστολή», μας λέει η κορυφαία Πολωνή ποιήτρια Αννα Καμιένσκα, που μαζί με τη Βισουάβα Σιμπόρσκα και την ...
Τέλλος Άγρας (ποιητής) · Αργύρης Αγραφιώτης · Γιάννης Αηδονόπουλος · Γεώργιος Αθανασιάδης - Νόβας · Μάκης Αθανασίου · Βαγγέλης Αθανασόπουλος · Κρίτων ...