Google
×
Ουσιαστικό επεξεργασία. μεζονέτα θηλυκό. διώροφη μονοκατοικία (ή διαμέρισμα) με εσωτερική σκάλα. Το νέο καθεστώς φορολογίας θα αφορά περισσότερους από 3.500 ...
μεζονέτα ουσ θηλ. duplex apartment n, (one of two adjoining apartments) (διαμέρισμα), διπλοκατοικία, μεζονέτα ουσ θηλ. (δύο ορόφων), διώροφο διαμέρισμα ουσ ουδ.
μεζονέτα η [mezonéta] Ο25α : διώροφο διαμέρισμα σε πολυκατοικία ή διώροφη μονοκατοικία με εσωτερική σκάλα: Πωλούνται μεζονέτες κοντά στη θάλασσα σε συμφέρουσες ...
Η μεζονέτα αποτελεί έναν πολύ διαδεδομένο τύπο κατοικίας στην Ελλάδα, ο οποίος αποτελείται από δύο ή περισσότερα επίπεδα και συνήθως βρίσκεται σε κτίρια ...
Many translated example sentences containing "μεζονέτα" – English-Greek dictionary and search engine for English translations.
μεζονέτα · Σχέδια Μικρών Σπιτιών, Κατόψεις Σπιτιών, Μινιμαλιστικό Σπίτι · Μποέμ Εσωτερική Διακόσμηση, Εξωτερικοί Χώροι, Αρχιτεκτονική, Κήποι · Ιδέες Για Τον Κήπο, ...
Μεζονέτα 209 τ.μ. 1.330.000 € | 6.364 €/τ.μ. 5ος. ×4. ×5. ×2024. Γλυφάδα (Κέντρο) ... Μεζονέτα 190 τ.μ. 760.000 € | 4.000 €/τ.μ. Ισόγειο. ×3. ×2. ×2024. Γλυφάδα ...
Μετάφραση του όρου 'μεζονέτα' στο δωρεάν αγγλικό λεξικό και πολλές ακόμα αγγλικές μεταφράσεις.
Greek edit. Noun edit. μεζονέτα • (mezonéta) f (uncountable). a small house, flat or apartment. Declension edit. show ▽ μεζονέτα. case \ number, singular.