×
From θεραπεύω (therapeúō, “to heal”) +‎ -ία (-ía).
Θεραπεία

Θεραπεία

Θεραπεία ή αλλιώς ιατρική θεραπεία είναι οι άμεσες ή έμμεσες παρεμβατικές διαδικασίες προς βελτίωση ενός προβλήματος υγείας, συνήθως μετά από μία διάγνωση. Αυτό μπορεί να σημαίνει πλήρη αποκατάσταση, μερική αποκατάσταση, είτε διάφορους βαθμούς... Βικιπαίδεια
Θεραπεία ή αλλιώς ιατρική θεραπεία είναι οι άμεσες ή έμμεσες παρεμβατικές διαδικασίες προς βελτίωση ενός προβλήματος υγείας, συνήθως μετά από μία διάγνωση.
Ουσιαστικό επεξεργασία. θεραπεία θηλυκό. το σύνολο των ενεργειών και των μέσων που χρησιμοποιούνται για να αντιμετωπιστεί μια ασθένεια ή άλλη ανεπιθύμητη ...
service, care; (hence) healing - service, attendance; healing, cure, Lk. 9:11; Rev. 22:2; meton. those who render service, servants, domestics, family.
18 Μαΐ 2023 · The Greek word “therapeia” (θεραπεία) is derived from the Greek verb “therapeuo” (θεραπεύω), which means “to serve” or “to attend to.” The ...
Usage: care, attention, especially medical attention (treatment); hence almost: healing; meton: those who render service. HELPS Word-studies.
θεραπεία θεραπεύω. I.a waiting on, service, θ. θεῶν service done to the gods, divine worship, Plat. 2.service done to gain favour, a courting, paying court ...
What does θεραπεία (therapeía) mean in Greek? ; treatment noun ; μεταχείριση, αγωγή, κατεργασία ; therapy noun ; θεραπεία ; cure noun ...
Κύριες μεταφράσεις. Αγγλικά, Ελληνικά. cure n, (remedy), θεραπεία ουσ θηλ. (καθομιλουμένη, μτφ), γιατρειά ουσ θηλ. They haven't found a cure for AIDS.
θεραπεία η [θerapía] Ο25 : 1α. το σύνολο των μέσων που χρησιμοποιεί η ιατρική επιστήμη για να καταπολεμήσει μια ασθένεια ή για να διορθώσει μια ανωμαλία στο ...