×
το σημείο από όπου μπαίνουμε μέσα σε ένα χώρο. η είσοδος του κτηρίου ήταν κλειστή · η ενέργεια του ρήματος μπαίνω / εισέρχομαι. ο ηθοποιός έκανε μια θεαματική ...
What does είσοδος (eísodos) mean in Greek? ; admission noun ; εισδοχή, αποδοχή, παραδοχή ; access noun ; πρόσβαση, προσχώρηση, προσέγγιση, φθάσιμο ; ingress noun ...
From Ancient Greek εἴσοδος (eísodos, “way in”). Noun edit. είσοδος • (eísodos) f (plural είσοδοι). entrance, way in. Declension edit. show ▽declension of ...
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΗΝ ΣΕΛΙΔΑ ΕΙΣΟΔΟΥ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ WEB. ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΕΙΣΑΓΕΤΕ ΤΟΥΣ ΚΩΔΙΚΟΥΣ TAXISNET ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ ΣΑΣ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. Username: Password:
Σημείωση: Επιλέξτε το πλαίσιο Να μην εμφανιστεί ξανά, αν θέλετε να μεταβείτε κατευθείαν στην Outlook.comεπόμενη φορά (δεν συνιστάται για κοινόχρηστους ...
είσοδος η [ísoδos] Ο36 : ANT έξοδος. 1α. μετακίνηση κάποιου από ένα χώρο σε έναν άλλο, συνήθ. κλειστό: Aπαγορεύεται / επιτρέπεται η ~. Δικαίωμα εισόδου.
Δεν είναι δικός σας ο υπολογιστής που χρησιμοποιείτε; Χρησιμοποιήστε την κατάσταση επισκέπτη, για να συνδεθείτε. Μάθετε περισσότερα για τη χρήση της ...
Publicly editable dictionary of the Greek New Testament and Septuagint • εισοδος • EISODOS • eisodos. ... εισοδος • EISODOS • eisodos. εισ·οδος, -ου, η. Noun (Fem ...
Δημιουργία / Ανάκτηση Subscription Key με τους κωδικούς TAXISnet. Copyright © 2024. Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ)