×
Greek edit. Verb edit. γεννήθηκε • (genníthike). 3rd person singular simple past form of γεννιέμαι (genniémai). Last edited 8 years ago by Saltmarsh ...
What does γεννήθηκε (genníthike) mean in Greek? ; γεννήθηκε ; was born ; γεννήθηκε ; brooded ; γεννήθηκε.
Σύνθετοι τύποι: Αγγλικά, Ελληνικά. born adj, figurative (originated) (μεταφορικά), γεννημένος μτχ πρκ. (μεταφορικά), που γεννήθηκε περίφρ.
English translation of γεννήθηκε - Translations, examples and discussions from LingQ.
Μετάφραση του όρου 'γεννήθηκε' στο δωρεάν αγγλικό λεξικό και πολλές ακόμα αγγλικές μεταφράσεις.
γεννήθηκε, θα γεννηθεί, να γεννηθεί. α' πληθ. γεννηθήκαμε, θα γεννηθούμε, να γεννηθούμε. β' πληθ. γεννηθήκατε, θα γεννηθείτε, να γεννηθείτε, γεννηθείτε. γ' πληθ ...
Δεν γνωρίζω από ποια μεριά των τειχών του Αδριανού γεννήθηκε ο κύριος Nattrass, αλλά κρίνοντας από την αγόρευσή του θα έλεγα ότι γεννήθηκε από την απέναντι ...
“Ταπεινός γεννήθηκε” from Ύμνοι (Greek). Συλλογή. Ύμνοι της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών. Αριθμός τραγουδιού. 108. Μελωδία.
Μεταφράσεις για „γεννήθηκε“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά). er ist ein gebürtiger Athener. γεννήθηκε στην ...