Το γέλιο είναι η φυσική αντίδραση στους ανθρώπους που αποτελείται από συνήθως ρυθμικές, συχνά ηχηρές συσπάσεις του διαφράγματος και άλλων τμημάτων του ...
Έγινε επίσης αναζήτηση για
μη γελάσω! μου κόπηκε το γέλιο ή μου πάγωσε το γέλιο · ξελιγώνομαι στα/από τα γέλια · ξεσπάω στα γέλια · πατάω τα γέλια ή πατάω κάτι γέλια · πεθαίνω στα/από τα ...
Αξιολόγηση
(9)
Τζάμπα Γέλιο. 67832 likes · 2063 talking about this. Μόνο για γέλιο !!!
που προκαλεί το γέλιο. ≈ συνώνυμα: φαιδρός. που τον σχολιάζουν, τον κοροϊδεύουν. ≈ συνώνυμα: καταγέλαστος · ανάξιος λόγου, ασήμαντος · παράλογος (το ουδέτερο ...
Need to translate "γέλιο" (gélio) from Greek? Here are 3 possible meanings ... γέλιο · laugh noun. γέλιο · laughing noun. γελώς · laughster · γέλιο. Find more ...