Ουσιαστικό επεξεργασία · το να χάσει κάποιος κάτι, το χάσιμο. η απώλεια ενός αντικειμένου, η απώλεια της ισορροπίας · ο θάνατος ενός συγγενούς ή γενικότερα ενός ...
Θύματα, ως όρος στη στρατιωτική χρήση, είναι ένα άτομο στη στρατιωτική θητεία, μάχιμο ή μη, το οποίο δεν είναι διαθέσιμο για υπηρεσία λόγω οποιασδήποτε από τις διάφορες περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένου του θανάτου, του τραυματισμού, της ασθένειας,... Wikipedia (Αγγλικά)
Έγινε επίσης αναζήτηση για
What does απώλεια (apó̱leia) mean in Greek? ; φύρα, φθορά ; casualty noun ; ατύχημα, θύμα, θάνατος, δυστύχημα ; bereavement noun ; πένθος, στέρηση ...
Απώλεια. Στη λίστα παρακάτω μπορείτε να δείτε τις υπηρεσίες που αφορούν το επιλεγμένο γεγονός ζωής, κατηγοριοποιημένες σε ομάδες υπηρεσιών.
απώλεια η [apólia] Ο27 λόγ. γεν. και απωλείας : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του χάνω (και των συνωνύμων του). 1α. στέρηση ενός υλικού ή πνευματικού αγαθού: H ...
Noun edit. απώλεια • (apóleia) f (plural απώλειες). loss (of an object). Όσο πιο σημαντική είναι η απώλεια, τόσο πιο έντονο είναι το πένθος. Óso pio simantikí ...
Ένα γεγονός σαν την έξαρση της νόσου κορωνοϊού 2019 (COVID-19) και την απώλεια που επιφέρει μπορεί να διαταράξει την αίσθηση ασφάλειας που νιώθουμε.