×
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία. αναγνωρισμένο. αιτιατική ενικού του αναγνωρισμένος · ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του ...
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία ; γένη →, αρσενικό · θηλυκό ; ονομαστική · ο, αναγνωρισμένος, η · αναγνωρισμένη ...
English translation of αναγνωρισμένο - Translations, examples and discussions from LingQ.
② law legally accepted, acknowledged, recognized: ο ~ πατέρας, e.g. η μητέρα έχει δικαίωμα ν' απαιτήση από τον αναγνωρισμένο πατέρα ... τις δαπάνες του ...
Many translated example sentences containing "πλήρως αναγνωρισμένο" – English-Greek dictionary and search engine for English translations.
Βρείτε εδώ την Ελληνικά-Γερμανικά μετάφραση για αναγνωρισμένο στο PONS διαδικτυακό λεξικό! Δωρεάν προπονητής λεξιλογίου, πίνακες κλίσης ρημάτων, ...
τον αναγνωρισμένο τον ανεγνωρισμένο (με αύξηση ή αναδιπλασιασμό), τον ανεγνωρισμένον (λόγ.) ; αναγνωρισμένε ανεγνωρισμένε (με αύξηση ή αναδιπλασιασμό) ; οι ...
Μεταφράσεις του "διεθνώς αναγνωρισμένο" στο δωρεάν λεξικό Ελληνικά - Αγγλικά. Ελέγξτε πολλές ακόμη μεταφράσεις και παραδείγματα.
Επίθ. 821. για κάποιον πολύ γνωστό, του οποίου η αξία είναι αποδεκτή σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο (αναγνωρισμένος καλλιτέχνης) (Έχει αντίθετα)