×
Κέρδος

Κέρδος

Στα οικονομικά, το κέρδος στη λογιστική έννοια στο πλεόνασμα των εσόδων έναντι του κόστους είναι το άθροισμα των δύο συνιστωσών: το κανονικό κέρδος και το οικονομικό κέρδος. Βικιπαίδεια
κέρδος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
According to Beekes, from Proto-Indo-European *kerd- (“craft”) and cognate with Old Irish cerd (“craft, skil”).
For to me, to live is Christ and to die is gain (kerdos | κέρδος | nom sg neut).
κέρδος kérdos, ker'-dos; of uncertain affinity; gain (pecuniary or genitive case):—gain, lucre. ... The KJV translates Strong's G2771 in the following manner: ...
ΚΕΡΔΟΣ. Πωλήσεις,Ενοικιάσεις,Κατοικίες,Επαγγελματικά,ακίνητα,Ζήτηση ακινήτου, Ανάθεση Ακινήτου.
Of uncertain affinity; gain (pecuniary or genitive case) -- gain, lucre. Forms and Transliterations. κερδη κέρδη κερδος κέρδος κερδους κέρδους κέρκον κέρκου ...
What does κέρδος (kérdos) mean in Greek? · profit · gain · benefit · lucre · profit taking · profit motive · earned income ...
Το κανονικό κέρδος ποικίλει εντός και ανάμεσα στις βιομηχανίας: είναι ανάλογο με την επικινδυνότητα που σχετίζεται με κάθε τύπο επένδυσης. Σε συνθήκες τέλειου ...
κέρδος, εος, τό,. gain, profit, Od. 23.140, etc.; ἐνόησεν ὅππως κ. ἔῃ how some advantage can be gained, what is best to be done, Il. 10.225; οὔ τοι τόδε κ.
κέρδος, εος, τό,. I. 1.gain, profit, Od. 23.140, etc.; ἐνόησεν ὅππως κ. ἔῃ how some advantage can be gained, what is best to be done, Il. 10.225; ...