×
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία. γονείς αρσενικό. (οικογένεια) ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του γονέας: ο πατέρας και η μητέρα ...
Greek edit. Noun edit. γονείς • (goneís) m or f. Nominative, accusative and vocative plural form of γονέας (gonéas) (parents).
Γονέας ή γονιός λέγεται ο πατέρας ή η μητέρα, κάποιος που γεννά, τίκτει, ή ανατρέφει και μεγαλώνει ένα τέκνο. Οι διάφοροι ρόλοι των γονέων διαφέρουν ανάλογα ...
What does οι γονεις (oi goneis) mean in Greek? English Translation. parents. Find more ... γονείς μου · οι γυναίκες · οιδαίνομαι · οι δέκα εντολές · οίδημα ...
Γονείς από www.paidiatros.com
Συνήθως οι γονείς καλύπτουν τις φυσικές και τις συναισθηματικές ανάγκες των παιδιών, προστατεύουν και παρέχουν τα εργαλεία και τις ηθικές αρχές σε αυτά μέχρι να ...
ΔΩΡΕΑΝ ΟΜΑΔΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΚΑΘΕ ΠΕΜΠΤΗ. Γονείς μέλη και οχι μόνο συζητούν τα προβλήματα και με την καθοδήγηση εντεταλμένου μέλους αναζητούν τις βέλτιστες λύσεις.
μέλλοντες γονείς. Κανόνας: *Στην ομάδα του κοινωνικού φορέα ΓΟΝΕΙΣ δεν επιτρέπονται οι διαφημιστικές αναρτήσεις καθώς και οι αναρτήσεις από ιστοσελίδες. Κάθε ...
Γονείς από www.psychologynow.gr
Η φροντίδα της ψυχικής σας υγείας κατά τη διάρκεια της εξωσωματικής γονιμοποίησης είναι ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που μπορείτε να κάνετε στο ταξίδι ...
γονείς {masculine plural} · γεννιέμαι από παντρεμένους ή ανύπαντρους γονείς {verb}.